- νερό
- Χημική ένωση με τύπο Η2Ο. Υπάρχει στη φύση σε μεγάλες ποσότητες, σε υγρή, στερεή και αέρια κατάσταση. Κάθε μόριό του αποτελείται από δύο άτομα υδρογόνου και ένα οξυγόνου Στην αρχαία ελληνική και στην καθαρεύουσα λέγεται ύδωρ.
Το ν. είναι βασικός, αναντικατάστατος παράγοντας της ζωής κάθε μορφής και επιπέδου, αφού μέσα σε αυτό αναπτύσσονται και πολλαπλασιάζονται σχεδόν όλοι οι απλούστεροι οργανισμοί (πρωτόζωα), ενώ στους πιο σύνθετους, στα ζώα και στα φυτά, το ν. συμβάλλει στον σχηματισμό των διάφορων υγρών που είναι απαραίτητα για τις βιολογικές διεργασίες. Στο σώμα των ζώων (καθώς και του ανθρώπου) και στα φυτά, το ν. αποτελεί πολύ συχνά τα 2/3, τα 3/4 ή και περισσότερο του ολικού βάρους· σχηματίζει τους ωκεανούς, τους ποταμούς, τις λίμνες και τους πάγους, καταλαμβάνοντας τα 7/10 της γήινης επιφάνειας· βρίσκεται στο εσωτερικό πολλών πετρωμάτων, ακόμα και των πολύ σκληρών· υπάρχει επίσης στην ατμόσφαιρα με μορφή νεφών ή ομίχλης (υδρατμών). Ο άνθρωπος το χρησιμοποιεί από χιλιάδες χρόνια για την άρδευση και για τη μεταφορά υλικών, και στη σημερινή εποχή για την κίνηση των ατμομηχανών στα υδροηλεκτρικά εργοστάσια και στα θερμοπυρηνικά κέντρα.
Ιστορικά στοιχεία. Ο φιλόσοφος Θαλής ο Μιλήσιος (6ος αι. π.Χ.) υποστήριξε ότι το ν. είναι η αρχή των πάντων, ότι δηλαδή τα πάντα στη φύση - οι πέτρες, τα μέταλλα, το σώμα των ζώων, οι κορμοί και τα φύλλα των δέντρων - σχηματίστηκαν κυρίως από ν. Ο Θαλής δεν είχε απόλυτο δίκιο αλλά ούτε και τελείως άδικο· πράγματι το ν., αν και δεν αποτελεί το μοναδικό συστατικό των διάφορων υλικών σωμάτων, υπάρχει σε διάφορες αναλογίες στα περισσότερα από αυτά. Η γνώμη αυτή του Θαλή, εξάλλου, δεν ήταν καινούρια στον αρχαίο κόσμο, γιατί ήδη οι Βαβυλώνιοι θεωρούσαν το ν. ως ένα από τα συστατικά της ύλης. Η πεποίθηση αυτή κράτησε για πολύ καιρό. Μόνο τον περασμένο αιώνα τα πραγματικά χημικά στοιχεία διαπιστώθηκαν με βεβαιότητα, μαζί με τους νόμους που ρυθμίζουν τις ενώσεις τους: τα στοιχεία αυτά είναι τώρα 106 και δεν περιλαμβάνουν το ν., γιατί είναι και αυτό μια χημική ένωση, όπως το μεγαλύτερο μέρος των υλικών σωμάτων. Μεταξύ 1781 και 1783 ο Άγγλος Χένρι Κάβεντις και ο Γάλλος Αντουάν Λαβουαζιέ απέδειξαν ότι το ν. αποτελείται από 2 μόνο στοιχεία: το υδρογόνο και το οξυγόνο. Σε εννέα γραμμάρια βάρος ν., τα οκτώ αντιπροσωπεύουν το βάρος του οξυγόνου και το ένα του υδρογόνου.
Φυσικές και χημικές ιδιότητες. Το ν., που σε συνηθισμένη θερμοκρασία και πίεση είναι υγρό, δεν υφίσταται χημικές μεταβολές όταν μεταβαίνει με ψύξη, στη στερεή κατάσταση (πάγος) ή, με θέρμανση, σε κατάσταση ατμών. Για τον λόγο αυτό, το ν. προσφέρεται επίσης ως βάση για τη μέτρηση των θερμοκρασιών· πράγματι το σημείο τήξης του πάγου και το σημείο βρασμού του ν., όπως πρότεινε ο Σουηδός φυσικός Άντερς Σέλσιους το 1742, προσδιορίζουν αντίστοιχα τις διαβαθμίσεις 0° και 100°C, της θερμομετρικής κλίμακας, που παριστάνεται διεθνώς με το λατινικό ψηφίο C από το όνομα του Celsius. Το ν. αποτέλεσε επίσης τη βάση για τον προσδιορισμό ορισμένων μονάδων μέτρησης φυσικών μεγεθών, όπως το γραμμάριο μάζας και η θερμίδα.
Η πυκνότητα του ν. είναι διαφορετική σε διάφορες θερμοκρασίες με μέγιστο στους 4°C. Γενικά η πυκνότητα του ν. είναι πάντα μεγαλύτερη στην υγρή κατάσταση από εκείνη του πάγου (αυτός, άλλωστε, είναι και ο λόγος που επιπλέουν οι πάγοι).
Το ν. είναι μια ένωση πολύ σταθερή, που παραμένει αναλλοίωτη και μετά τη χρησιμοποίησή της ως μέσου σε πολυάριθμες χημικές αντιδράσεις. Γι’ αυτό και έχει μεγάλη σημασία ως διαλυτικό μέσο, επιτρέπει δηλαδή την ανάμειξη μορίων άλλων ενώσεων με τα δικά του σε διάφορες αναλογίες, χωρίς να τροποποιηθεί η δομή του, διευκολύνοντας έτσι τη συνάντηση διάφορων στοιχείων και επομένως την ένωσή τους.
Φυσικός κύκλος του ν. To ν. των ωκεανών, των θαλασσών, των ποταμών, των λιμνών, εξατμίζεται καθημερινά κατά τεράστιες ποσότητες, υπό την επίδραση της ηλιακής θερμότητας· οι υδρατμοί που σχηματίζονται παρασύρονται προς τα άνω από τα ρεύματα του αέρα, τα οποία κατευθύνονται ακατάπαυστα από την επιφάνεια της Γης προς τον υπερκείμενο χώρο, όπου η θερμοκρασία είναι πιο χαμηλή. Με την παρουσία ρευμάτων αέρα αρκετά ψυχρού, οι υδρατμοί συμπυκνώνονται σε λεπτότατα σταγονίδια, ορατά σαν ομίχλη ή σύννεφα, τα οποία μπορεί να μεταφερθούν από τους ανέμους, σε άλλες περιοχές αρκετά απομακρυσμένες από αυτές όπου δημιουργήθηκαν αρχικά. Οι σταγόνες, εφόσον αυξάνεται η συμπύκνωση, γίνονται μεγαλύτερες και βαρύτερες και, μη μπορώντας πια να συγκρατηθούν από τον αέρα, πέφτουν ως βροχή, χιόνι ή χαλάζι. Από τα νερά αυτά, που πέφτουν στο έδαφος, ένα μέρος σχηματίζει τους πάγους, εφόσον τα κατακρημνίσματα πέσουν σε πολικά πλάτη ή σε μεγάλα υψόμετρα, ένα μέρος επιστρέφει απευθείας στις θάλασσες, στις λίμνες, στους ποταμούς, και ένα μέρος τους απορροφάται από το έδαφος και συγκεντρώνεται σε υπόγειους υδροφόρους ορίζοντες. Τα τελευταία αυτά τροφοδοτούν τις πηγές και, διασχίζοντας τα στρώματα της Γης, μπορεί να αποκτήσουν ιδιαίτερες φυσικοχημικές ιδιότητες.
Με διάφορους τρόπους, λοιπόν - αλλά χωρίς εξαίρεση - όλα τα νερά πάνω στη Γη παίρνουν μέρος στο φυσικό αυτόν κύκλο, που συνεχώς ανανεώνεται και έχει πολύ μεγάλη σημασία για την εξέλιξη της ζωής. Το ν. παρασύρει πάντα μαζί του μικρότατα τεμαχίδια πετρωμάτων, διάφορα υπολείμματα, λεπτή σκόνη, οργανικές ουσίες, και τα φέρνει σε επαφή μεταξύ τους, προκαλώντας έτσι χημικές ενώσεις και βιολογικά φαινόμενα.
Το ν. στη φύση. Μέσα στο ν. υπάρχουν πάντα διαλυμένες, σε ποικίλες αναλογίες, διάφορες ουσίες. Για παράδειγμα στο ν. της θάλασσας κυρίως χλωριούχο νάτριο και στοιχεία όπως το ιώδιο, το οξυγόνο και το υδρογόνο· στο ν. των πηγών, συχνότερα, άλατα ασβεστίου και μαγνησίου. Τα ν. ορισμένων πηγών περιέχουν ιδιαίτερα συστατικά, όπως σίδηρο, θείο ή ραδιενεργά στοιχεία, που του παρέχουν ειδικές θεραπευτικές ιδιότητες. Για να απαλλαγεί το ν. από τις διάφορες ξένες ουσίες και προσμείξεις, καθώς και από τα περιττά άλατα, υποβάλλεται σε απόσταξη. Το αποσταγμένο ν. βρίσκεται στο εμπόριο για ιατρική, βιομηχανική και εργαστηριακή χρήση. Ένα μεγάλο ποσοστό των διαλυτών αλάτων του ν. μπορεί να απομακρυνθεί με ειδικές ρητίνες, που τα συγκρατούν μέσω ιοντοανταλλακτικών δράσεων. Για την επίτευξη υψηλού βαθμού καθαρότητας, χρησιμοποιείται πάντα η απόσταξη, με διάφορες μεθόδους.
Πόσιμο ν. Για να μπορεί το ν. να χρησιμοποιηθεί για υδρευτικούς σκοπούς πρέπει να είναι διαυγές, άχρωμο, χωρίς καμιά γεύση ή οσμή και να μην έχει θερμοκρασία μεγαλύτερη των 15°C κατά την ώρα της διανομής· επιπλέον δεν πρέπει να περιέχει μικρόβια ή άλλους παθογόνους οργανισμούς που μπορούν να προκαλέσουν ασθένειες, ούτε μεταλλικές ουσίες περισσότερες από τα καθορισμένα όρια (ιδιαίτερα, πρέπει να διαπιστωθεί με χημική ανάλυση ο βαθμός περιεκτικότητας σε άλατα ενός πόσιμου ν. και ο βαθμός σκληρότητας, δηλαδή η συγκέντρωση των αλάτων ασβεστίου και μαγνησίου). Γενικά, το ν. που διατίθεται για ύδρευση δεν έχει τα χαρακτηριστικά αυτά γι’ αυτό χρησιμοποιούνται κατάλληλες μέθοδοι καθαρισμού που εφαρμόζονται ειδικότερα σε περιοχές όπου σπανίζει ή λείπει τελείως πόσιμο ν. πηγών. Οι μέθοδοι αυτές είναι βασικά η χημική κροκίδωση, που ακολουθείται από καθίζηση, διήθηση και απολύμανση. Στην πρώτη φάση προστίθεται στο ν. κατάλληλο χημικό αντιδραστήριο (για παράδειγμα θειικό αργίλιο), το οποίο αφού αντιδράσει με τα διαλυτά άλατα, καθιζάνει με μορφή νιφάδων, παρασύροντας μαζί του και τα αιωρούμενα τυχόν στερεά, καθώς και αρκετά μικρόβια. Για να διηθηθεί, το ν. περνά μέσα από στρώματα άμμου ή σκόνης άνθρακα, που συγκρατούν τα αιωρούμενα στερεά. Η απολύμανση, που γίνεται προληπτικά για τον κίνδυνο τυχόν μολύνσεων, γίνεται με θέρμανση σε κατάλληλη θερμοκρασία ή με την προσθήκη οξειδωτικών ουσιών, όπως χλωρίου (χλωρίωση του ν.) ή όζου (οζονισμός του ν.) ή με υπεριώδεις ακτίνες. Ορισμένες από τις μεθόδους αυτές μπορούν να χρησιμοποιηθούν διαδοχικά για να γίνει ένας απόλυτος καθαρισμός του ν. Σε μερικές παραθαλάσσιες περιοχές ή νησιά, που στερούνται πόσιμου ν., έχουν γίνει εγκαταστάσεις για την αφαλάτωση του θαλάσσιου νερού.
Βιομηχανικό ν. Ακόμα και τα ν. που προορίζονται για βιομηχανικούς σκοπούς (στις διάφορες φάσεις παραγωγής, στα συστήματα ψύξης, στους ατμολέβητες κλπ.) πρέπει να έχουν ορισμένες φυσικοχημικές ιδιότητες, ανάλογα με τη χρήση τους. Σε γενικές πάντως γραμμές αναζητούνται οπωσδήποτε ν. όσο το δυνατόν μαλακά, δηλαδή μικρής περιεκτικότητας σε διαλυτά άλατα. Για παράδειγμα, στους ατμολέβητες, για να αποφεύγονται επιβλαβείς αποθέσεις που προκαλούν την ελάττωση της θερμικής ανταλλαγής και της απόδοσης, την έμφραξη των σωληνώσεων κλπ.· στην υφαντουργία για τον περιορισμό της καθίζησης των σαπώνων που χρησιμοποιούνται κατά το πλύσιμο των ινών. Σε ορισμένους ειδικούς βιομηχανικούς τομείς απαιτούνται μερικές φορές ιδιαίτερες ιδιότητες, όπως η απόλυτη απουσία ενός μετάλλου (όπως του σιδήρου στην περίπτωση της βιομηχανίας του χαρτιού), ή ένας ορισμένος βαθμός ηλεκτρικής αγωγιμότητας κ.ά. Μεταξύ των διάφορων μεθόδων αποσκλήρυνσης ή απομάκρυνσης των ανόργανων αλάτων του ν., η παλαιότερη και πιο διαδεδομένη είναι αυτή που βασίζεται στην καθίζηση του ασβεστίου και του μαγνησίου με μορφή αδιάλυτων ενώσεων, η οποία επιτυγχάνεται με την προσθήκη σόδας ή εσβεσμένης ασβέστου αντίστοιχα. Άλλες μέθοδοι είναι αυτές που βασίζονται στη χρησιμοποίηση ιοντοανταλλακτικών ρητινών, φυσικών ή τεχνητών ζεολίθων και πολυφωσφορικών.
Κατανάλωση ν. Κατά τη μεταπολεμική εποχή και ειδικότερα από το 1950 έως το 1960, η κατανάλωση του ν. αυξήθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό, τόσο που να προοιωνίζεται ένα πραγματικό πρόβλημα για τις μελλοντικές γενιές. Το γεγονός αυτό είναι πολύ εμφανές στις βιομηχανικές χώρες της Ευρώπης και στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου στην αύξηση της κατανάλωσης προστίθενται οι σπατάλες και η τεράστια ρύπανση που ελαττώνουν σημαντικά τα υδρευτικά αποθέματα. Στις ΗΠΑ, για παράδειγμα, η ημερήσια υδρευτική κατανάλωση κατά το 1967 ήταν 1.420.000 κ.μ., από τα οποία μόνο το 9% χρησιμοποιήθηκε για οικιακή και αστική χρήση. Το υπερβολικά μεγαλύτερο ποσοστό καταναλώθηκε από τις βιομηχανίες ή αχρηστεύτηκε, γιατί είχε μολυνθεί από τοξικά απόβλητα. Σε όλες τις χώρες της Ευρώπης έχουν συσταθεί ειδικές επιτροπές για την έρευνα, την προστασία και την ορθολογική χρήση του ν. Έργο των επιτροπών αυτών είναι η επεξεργασία των στοιχείων για τη σύνταξη και την έκδοση ενός χάρτη υδάτων.
Αφαλάτωση και ανάκτηση του ν. Οι κυριότερες μέθοδοι που επιτρέπουν τη χρησιμοποίηση του θαλάσσιου ν. είναι τρεις: με εκχύλιση, η οποία ελάχιστα εφαρμόζεται, με πήξη, και, κυρίως, με απόσταξη.
Στην πρώτη, η αφαλάτωση του θαλάσσιου ν. πραγματοποιείται με κατάλληλους διαλύτες όπως αλκυλαμίνες με υψηλό μοριακό βάρος· λαμβάνουμε πρώτα ένα εκχύλισμα που περιέχει 70% του όγκου ν. και 30% αμίνη με μια αλατούχο περιεκτικότητα 0,6% περίπου. Το στρώμα του ν. θερμαινόμενο στους 60°C, προκαλεί τον σχηματισμό δύο φάσεων· η πρώτη περιέχει τα 0,3% του άλατος και η δεύτερη (οργανική) το 60% ν. Η μέθοδος αυτή είναι ωστόσο ελάχιστα πρακτική.
Περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζει, από θεωρητική παρά από οικονομική άποψη, η μέθοδος με πήξη · αυτή συνίσταται στην ψύξη του θαλάσσιου ν. μέσα σε μια συσκευή ανταλλαγής θερμότητας, όπου το ν. στερεοποιείται (πάγος), ενώ τα άλατα παραμένουν στο αλμόλοιπο. Ο πάγος ανατήκεται κατόπιν παίρνοντας τη θερμότητα τήξης του από το αλμυρό ν., που έρχεται μέσα στον κύκλο αυτό. Η πρακτική δυσκολία της μεθόδου αυτής είναι η μεγάλη κατανάλωση ψυκτικών ουσιών, οι οποίες προστίθενται για να υποβοηθηθεί η στερεοποίηση του πάγου.
Η περισσότερο εφαρμοζόμενη μέθοδος αφαλάτωσης είναι με απόσταξη, η οποία με την κατανάλωση ενέργειας πετυχαίνει υψηλό βαθμό αφαλάτωσης· η μέθοδος όμως αυτή απαιτεί μεγάλες ποσότητες υδρατμών και υψηλότερο κόστος εγκαταστάσεων. Για μεγαλύτερη οικονομία χρησιμοποιούνται πολλαπλοί αποστακτήρες, μέσα στους οποίους η λανθάνουσα θερμότητα των ατμών που παράγονται κατά το πρώτο στάδιο χρησιμοποιείται για την εξάτμιση του ν. κατά το δεύτερο στάδιο κ.ο.κ. Οι υδρατμοί αυτοί συγκεντρώνονται τελικά σε έναν συμπυκνωτή. Εκτός από τη μέθοδο αυτή, υπάρχει η απόσταξη με εκτόνωση, κατά την οποία συμπιέζονται οι ατμοί που παράγονται και χρησιμοποιούνται πάλι στον ίδιο αποστακτήρα ως πηγή θερμότητας.
Στο γενικό πλαίσιο του υδρευτικού προβλήματος παρεμβάλλεται, σε πρώτη θέση, το πρόβλημα της ανάκτησης και του καθαρισμού των ν. από τα αστικά και βιομηχανικά δίκτυα. Πρέπει να τονιστεί, μεταξύ των άλλων, ότι, εκτός από το πλεονέκτημα της επαναφοράς των τεράστιων ποσοτήτων ν. στον κύκλο της αστικής και βιομηχανικής κατανάλωσης, με τον καθαρισμό του αυτόν προφυλάσσονται οι αγωγοί του ν., μέσα στους οποίους συρρέουν τα ν. της αποχέτευσης από τις ρυπάνσεις και από την αλλοίωση του οικολογικού περιβάλλοντος των ψαριών. Το πρόβλημα της απολύμανσης συμβαδίζει τα τελευταία χρόνια με τη διάδοση χημικών συνθετικών προϊόντων (απολυμαντικά, αποσμητικά κλπ.) για οικιακή χρήση, τα οποία δεν υπόκεινται καθόλου σε βιολογική ή χημική οξείδωση και αντέχουν στις καθιερωμένες μεθόδους καθαρισμού. Σε γενικές γραμμές, ο καθαρισμός των υδάτων αποχέτευσης περνά από πολλά στάδια, αρχίζοντας από τη μηχανική απομάκρυνση των στερεών ουσιών με μεγαλύτερες διαστάσεις (φίλτρα, δικτυωτά, στρώματα άμμου κλπ.), σιγά-σιγά των ουσιών με μικρότερες διαστάσεις (φίλτρα με μικρότερους πόρους), έως ότου φτάσουν στις δεξαμενές καθίζησης. Η επόμενη εργασία είναι ο βιολογικός καθαρισμός, που πραγματοποιείται με αερόβιους οργανισμούς κατά διάφορες μεθόδους: βιολογική διήθηση, ενεργοποιημένη ιλύς, αερισμός. Τα τελευταία στάδια καθαρισμού είναι η χλωρίωση και η οξείδωση (φύκη).
Μεταλλικά ν. Ονομάζονται γενικά έτσι ορισμένα ν. πηγών που χαρακτηρίζονται από καθορισμένες φυσικές (θερμοκρασία, ραδιενέργεια, ηλεκτρική αγωγιμότητα κλπ.) και χημικές (ποσότητα και ποιότητα διαλυτών αλάτων, ισοζύγιο οξέων - βάσεων κλπ.) ιδιότητες, για τις οποίες η πείρα έχει διαπιστώσει από καιρό μια πολύτιμη θεραπευτική αξία. Ανάλογα με το υπόλειμμα που προκύπτει από την αποξήρανση σε 180°C, τα μεταλλικά ν. διακρίνονται σε ολιγομεταλλικά (υπόλειμμα με g < 0,2‰), μεσομεταλλικά (0,2 - 1‰) και μεταλλικά (> 1‰) – με βάση τη χημική φύση των διαλυμένων ουσιών, διακρίνονται επίσης ποιοτικά (π.χ. σιδηροαρσενικούχα, βρωμο-ιωδιούχα, θειούχα με αλκαλικές γαίες κλπ.). Ακόμα, από φυσική άποψη ονομάζονται ραδιενεργά τα μεταλλικά ν., που έχουν την ικανότητα να εκπέμπουν ακτίνες α, β και γ, σε μεγαλύτερη ποσότητα του 1,27 nCi/lt (νανοΚιουρί ανά λίτρο). Ψυχρά ονομάζονται τα μεταλλικά ν. με πηγαία θερμοκρασία κάτω των 20°C · υποθερμικά, εκείνα που έχουν θερμοκρασία 20-30°C, ομοιοθερμικά, αυτά που πηγάζουν με 30-40°C και υπερθερμικά, με θερμοκρασίες ανώτερες των 40°C.
(Νομ.) Στη νομοθεσία όλων των εποχών, από την αρχαιότητα (Αίγυπτος, Βαβυλωνία, Ελλάδα, Ρώμη) έως σήμερα το ν. κατέχει πάντοτε περίβλεπτη θέση. Στο δίκαιο των ελληνικών πόλεων, διατάξεις εσωτερικού ή διεθνούς συμβατικού δικαίου ρύθμιζαν τη χρήση και την προστασία των υδάτων. Στο δίκαιο της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας η ρύθμιση ήταν ακόμα απλή, αλλά με τον καιρό έγινε ολοένα και περισσότερο πολύπλοκη και λεπτομερειακή. Αρχικά διακρίνεται το νομικό καθεστώς των εσωτερικών υδάτων από το καθεστώς των θαλάσσιων, τα οποία παρουσιάζουν ιδιαίτερους χαρακτήρες, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο διεθνές δίκαιο.
Πραγματικά μπορεί να συναχθεί, από ορισμένες χρήσεις κοινές σε όλα τα ύδατα (αλιεία, ναυσιπλοΐα κλπ.) ότι τα θαλάσσια ν. (θάλασσα, δίκαιο) διαφέρουν ουσιαστικά από τα εσωτερικά, επειδή (εκτός από εξαιρετικές, τουλάχιστον έως τη σημερινή εποχή, περιπτώσεις) είναι ακατάλληλα για ορισμένες θεμελιώδεις χρήσεις, όπως η γεωργική και βιομηχανική, ο μετασχηματισμός σε κινητήρια δύναμη και προπάντων η χρησιμοποίηση τους για την ύδρευση ή την καθαριότητα και την υγιεινή. Όμως, και σε ό,τι αφορά τα κοινά χαρακτηριστικά όλων των υδάτων τα θαλάσσια υπόκεινται σε ιδιαίτερη νομοθεσία, όχι μόνο εξαιτίας των φυσικών τους ιδιοτήτων, αλλά επίσης, ειδικότερα, εξαιτίας της ιδιαίτερης οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής σημασίας τους. Όσο για τα εσωτερικά ύδατα, ιδιαίτερη σημασία για τη ρύθμισή τους έχουν οι όροι της ύπαρξης τους, οι ιδιότητες και άλλα χαρακτηριστικά. Διακρίνονται, έτσι, τα ν. που βρίσκονται στην επιφάνεια της Γης από τα υπόγεια, τα ν. στα οποία υπάρχει ζωή και τα νεκρά, τα ρέοντα, οι ποταμοί, οι λίμνες κλπ. Ειδική νομοθεσία, τέλος, ρυθμίζει τη χρησιμοποίηση των ν. που παρουσιάζουν ορισμένες φυσικές ή χημικές ιδιότητες, όπως τα μεταλλικά, τα θερμικά, τα ραδιενεργά κλπ.
Υπολογίζοντας τη θεμελιώδη σημασία του ν. σε όλους τους χρόνους και κάτω από τις πιο ποικίλες απόψεις, οι παλαιότεροι νομοθέτες είχαν ήδη αντιληφθεί την ανάγκη να συμβιβάσουν τις απαιτήσεις των ιδιωτών με τις αξιώσεις του συνόλου, δηλαδή της εθνικής κοινότητας που εκπροσωπείται από το κράτος. Στο κράτος αναγνωρίστηκε από τότε η εξουσία να καθορίζει το νομικό καθεστώς των ν. Τη διάκριση μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών ν. είχαν ήδη αντιμετωπίσει, αρχικά τουλάχιστον, οι Ρωμαίοι νομικοί. Ωστόσο, με την εξέλιξη των αναγκών και της νομικής σκέψης, το ρωμαϊκό δίκαιο διατήρησε κάποια ουσιαστικά ελευθέρια αντίληψη περί των δημόσιων υδάτων, θεωρώντας τα «αέναα» ως υποκείμενα στην εξουσία του κράτους, επιτρέποντας όμως ευρέως τη χρήση τους για ατομικές ή συλλογικές ανάγκες και περιορίζοντας την κρατική επέμβαση ή επιτήρηση για τις περιπτώσεις κατάχρησης. Εκτός όμως από τα ν. αέναης ροής, η διάκριση δημόσιων και ιδιωτικών ν. παρέμεινε μάλλον αβέβαιη και, τουλάχιστον έως τον 2o αι., φαίνεται ότι το πιο έγκυρο κριτήριο διάκρισης υπήρξε η κυριότητα του εδάφους· ήταν δηλαδή δημόσια ν. εκείνα που έρρεαν στο έδαφος της ιδιοκτησίας του populus romanus (ρωμαϊκού λαού) ή μιας civitas (πόλης,) και ιδιωτικά ήταν τα ν. που βρίσκονταν σε ιδιωτικό έδαφος. Η έννοια του «αέναου» σχετικά με τα δημόσια ν., συμπληρώθηκε με την έννοια του «πλωτού». Αυτό προκύπτει καθαρά από την Constitutio de regalibus του Φρειδερίκου Μπαρμπαρόσα στη Δίαιτα της Ρονκάλια του 1158. Η έλευση όμως της φεουδαρχίας έκανε περισσότερο πολύπλοκη αυτή την ύλη, εισάγοντας στην ήδη αβέβαιη νομοθεσία την έννοια της «κτήσης του Στέμματος» και του κράτους και την έννοια των προσωπικών αγαθών του κυρίαρχου, ενώ με την παρεμβολή της ιδέας των «κυριαρχικών ή δημοσιονομικών δικαίων» αποκτούσε και η ιδιωτική κτήση δημόσια όψη και σημασία. Η αβεβαιότητα και η αταξία γύρω από το νομικό καθεστώς των ν. διήρκεσαν για πολύ και πρέπει να περιμένει κανείς έως τη νομοθεσία της Ενετικής Δημοκρατίας του 1556 για να βρει μια σαφή και σύγχρονη ρύθμιση της σχετικής ύλης. Οι ενετικοί νόμοι περί ν. αποτελούν αυθεντικό πρότυπο, από το οποίο εμπνεύστηκαν οι νεότερες νομοθετικές ρυθμίσεις. Η Βενετία κήρυξε κτήση του κυρίαρχου όλα αδιακρίτως τα ν., και τα υπέβαλε στην κηδεμονία ενός ειδικού συλλογικού οργάνου, που αποτελείτο από κρατικούς αξιωματούχους. Στη σύγχρονη νομοθεσία των ευρωπαϊκών χωρών, εμφανίζεται προοδευτικά κάποιος περιορισμός της ατομικής ιδιοκτησίας στα ν. και, αντίθετα, ρυθμίζεται αυστηρότερα και ειδικότερα το καθεστώς των δημόσιων ν. Οι κλασικές διακρίσεις μεταξύ θαλάσσιων και εσωτερικών ν., μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής κτήσης συναντιούνται και στο ελληνικό δίκαιο. Ο A.K. περιέχει πολλές διατάξεις που ρυθμίζουν ειδικά τις διάφορες κατηγορίες ν. Όσον αφορά το ν. κοινής χρήσης (που ανήκει κατά κυριότητα στο δημόσιο, εφόσον δεν ανήκει σε δήμο ή σε κοινότητα ή δεν έχει προβλέψει διαφορετικά ο νόμος), το άρθρο 969 του Α.Κ. ορίζει σειρά προτεραιότητας όταν υπάρχει σύγκρουση περισσότερων συντρεχόντων δικαιωμάτων (με προτίμηση τη χρήση που εξυπηρετεί την κοινή ωφέλεια). Εξάλλου, καθορίζονται λεπτομερώς υποχρεώσεις των ιδιοκτητών από τη ροή των υδάτων που επηρεάζει ενδεχομένως τα δικαιώματα άλλων ιδιοκτητών, περιορισμούς των ιδιοκτητών ώστε να μην αποκοπεί το ν. πηγής ή πηγαδιού που χρησιμοποιούν οι κάτοικοι της περιοχής για τις ανάγκες τους, δικαιώματα παροχής σε γείτονες, διοχέτευση και τοποθέτηση σωληνώσεων σε γειτονικά κτήματα κλπ. Πρέπει επίσης να προστεθούν οι ειδικοί νόμοι περί εγγειοβελτιωτικών έργων, που προβλέπουν ειδικά μέτρα για την άρδευση των καλλιεργειών, οι νόμοι και οι συμβάσεις που αφορούν την κατασκευή υδατοφραγμάτων και υδροηλεκτρικών έργων κ.ά. Στο ποινικό δίκαιο, επίσης υπάρχουν διατάξεις που σχετικές με το θέμα των ν.
Το νερό είναι πολύτιμο, ιδιαίτερα στις ασιατικές περιοχές όπου η καλλιέργεια των άνυδρων περιοχών αποτελεί βασικό στόχο, ώστε να εξασφαλιστεί ο επισιτισμός των κατοίκων τους.
Μέθοδος αφαλάτωσης του νερού.
Το πρόβλημα της μόλυνσης των νερών παρουσιάζεται ιδιαίτερα οξύ στις βιομηχανικές περιοχές, όπου τα υδάτινα ρεύματα δέχονται ολοένα και μεγαλύτερες ποσότητες αποβλήτων.
Οι ακτές της Κορνουάλης, στο Ηνωμένο Βασίλειο, γεμάτες πετρέλαιο, μετά τη βύθιση, το 1967, του πετρελαιοφόρου «Torrey Canyon».
Το νερό χρησιμοποιείται με ιδιαίτερη φειδώ σε πολλές περιοχές της Ασίας, εξαιτίας του υδρευτικού προβλήματος που αντιμετωπίζουν.
Κάτοικος της Ασίας μεταφέρει νερό.
Τα υδάτινα ρεύματα έχουν αποφασιστική σημασία στην οικονομική ανάπτυξη των παραποτάμιων πληθυσμών? στη φωτογραφία, ο Ρήνος, που αποτελεί τη μεγαλύτερη υδάτινη οδό της κεντρικής Ευρώπης.
* * *το (Μ νερόν)1. στοιχείο τής φύσης, ουσία άγευστη, άοσμη, άχρωμη και υγρή υπό κανονικές συνθήκες θερμοκρασίας και πίεσης, η οποία σχηματίζει τις θάλασσες, τους ποταμούς, τις λίμνες και τη βροχή, το ύδωρ2. χυμός φρούτων ή καρπών, οπός3. το υγρό που μαζεύει ένα τραύμα4. στον πληθ. τα νεράμεγάλη υδάτινη έκταση πηγών, ποταμών, λιμνών και θαλασσών5. φρ. «αμίλητο νερό» ή «ἄλαλον νερόν» — το νερό κατά την άντληση και μεταφορά τού οποίου δεν μίλησε αυτός που τό άντλησε και το οποίο χρησιμοποιείται κατά τη γιορτή τού κλήδονανεοελλ.1. η βροχή («αν κάνει ο Μάρτης δυο νερά κι ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σ' εκείνον τον ζευγά πού 'χει στη γη σπαρμένα», παροιμ.)2. στον πληθ. α) η ίσαλος γραμμή πλοίουβ) το αυλάκι που αφήνει πίσω του πάνω στην υδάτινη επιφάνεια ένα κινούμενο σκάφοςγ) κυματοειδή σχήματα στα χρώματα ξύλων ή υφασμάτων3. φρ. α) «αθάνατο νερό» — νερό το οποίο, κατά τη λαϊκή αντίληψη, αν τό πιει ένας ζωντανός, γίνεται αθάνατος, ενώ αν το πιει ένας πεθαμένος, επανέρχεται στη ζωήβ) «ήπιε το αμίλητο νερό» — λέγεται ειρωνικά για άτομα που σιωπούνγ) «νερό τής αρνησιάς» ή «νερό της λησμονιάς» — νερό που πιστεύεται ότι βγαίνει από τη βρύση τού κάτω κόσμου και που όταν τό πιουν οι πεθαμένοι ξεχνούν την προηγούμενη ζωή τουςδ) «κάνω το νερό μου» ή «πηγαίνω προς νερού μου» — ουρώ ή πηγαίνω να ουρήσωε) «κάνω νεράi) (για πλωτά) έχω ρωγμές από τις οποίες μπαίνει νερόii) αρχίζω να κάνω υποχωρήσεις, παρεκκλίνω από αυτά που υποσχέθηκαστ) «σαν το κρύο νερό» — άνθρωπος πολύ όμορφοςζ) «τό ξέρω νερό» — κατέχω κάτι άπταισταη) «μες στο νερό» — λέγεται για να εκφράσει απόλυτη σιγουριά για μια εκδοχή που από άλλους αμφισβητείται ή φαίνεται απίθανηθ) «σηκώνει νερό»i) επιδέχεται αυξομείωσηii) είναι διφορούμενοι) «δεν παίρνει νερό» — δεν επιδέχεται μεταβολέςια) «βάζω νερό στο κρασί μου» — μετριάζω την οργή ή τις απαιτήσεις μου, συγκατανεύω σε μια αντίθετη άποψηιβ) «βάζω το νερό στ' αυλάκι» — οδηγώ μια υπόθεση σε καλό δρόμοιγ) «τί τρέχει; νερό στ' αυλάκι» — δεν συμβαίνει απολύτως τίποτειδ) «χάνω τα νερά μου» — βρίσκομαι σε αμηχανία, τά χάνω, επειδή βρέθηκα σε διαφορετικό από το οικείο μου περιβάλλονιε) «φέρνω κάποιον στα νερά μου» ή «φέρνω κάποιον με τα νερά μου» — κατορθώνω να κάνω κάποιον να συμφωνήσει με τις απόψεις μου ή να δεχθεί τις προτάσεις μουιστ) «κάνω μια τρύπα στο νερό» — δεν κατορθώνω να κάνω τίποτε, κάνω μάταιο κόποιζ) «πνίγομαι σε μια κουταλιά νερό» — σαστίζω για ασήμαντο λόγοιη) «δεν δίνει τού αγγέλου του νερό» — είναι πολύ φιλάργυρος και άσπλαχνοςιθ) «είναι τού γλυκού νερού»i) είναι άπειρος, αδέξιος και κωμικά ανεπιτήδειοςii) (για γυναίκα) είναι ανήθικηκ) «σπάσαν τα νερά της»(για έγκυα γυναίκα) είναι έτοιμη να γεννήσειμσν.1. μτφ. γράμματα, γνώσεις2. υδραγωγείο3. δάκρυα4. φρ. α) «θερίζω νερόν» — ματαιοπονώβ) «σηκώνω νερόν»(για εφοδιασμό πλοίων) προμηθεύομαι πόσιμο νερόγ) «σκορπίζω ἄλας καὶ νερόν» — αποφεύγω τη φιλία κάποιουδ) «σύρνω νερά»(για τόπο) είμαι βαλτώδηςε) «χερέα νερὸν πνίγει με» — πνίγομαι σε μια κουταλιά νερό, ταράζομαι από ασήμαντη αφορμή.[ΕΤΥΜΟΛ. < νηρόν (ουδ. τού επιθέτου νηρός* < νεαρόν, με συναίρεση, (για τη συναίρεση τών -εα- σε -η-, πρβλ. νεάτη: νήτη, φρέατος: φρητός). Η λ., με τη σημερινή σημ., προήλθε από τη φρ. νεαρόν / νηρόν ὕδωρ» κατά παράλειψη τής λ. ὕδωρ.ΠΑΡ. μσν. νερούτσικονμσν.- νεοελλ.νερουλόςνεοελλ.νεράκι, νερουλάς, νερώνω.ΣΥΝΘ. (Α' συνθετικό) βλ. νερ(ο)-. (Β' συνθετικό), νεοελλ. αγγουρόνερο, αγιασμόνερο, αλατόνερο, ανθόνερο, ασβεστόνερο, ασημόνερο, βαλσαμόνερο, βαλτόνερο, βουρκόνερο, βρομόνερο, βροχόνερο, γλυφόνερο, θαλασσόνερο, θολόνερο, κανελόνερο, κατραμόνερο, κρασόνερο, κριθαρόνερο, λασπόνερο, μολυβόνερο, μπουγαδόνερο, ξινόνερο, παγόνερο, πηγαδόνερο, ποταμόνερο, ροδόνερο, ρυζόνερο, σαπουνόνερο, σταχτόνερο, τριανταφυλλόνερο, τσιγκόνερο, χιονόνερο].
Dictionary of Greek. 2013.